Τελικά ποιος σώζει; Ο Χριστός ή η πίστη σε Αυτόν;
Πρόκειται για ψευδο-δίλημμα. Οπωσδήποτε ο Χριστός και ο Θεός σώζουν και πολλές φορές και αυτούς που δεν πιστεύουν, δίνοντάς τους και 2η και 3η ευκαιρία. Όμως η Πίστη είναι σωτήρια. Είναι ένα μόνιμο «αντιβιοτικό» που κυκλοφορεί στο πνεύμα μας, ένα φάρμακο που οι άπιστοι θεωρούν placebo – που αν το έχει το «χημείο» της ψυχής μας διαρκώς, τότε θα είμαστε συντονισμένοι και ευθυγραμμισμένοι με τον γιατρό μας Ιησού.
Πράγματι, γιατροί του νοσοκομείου «McLean» στο Μπέλμοντ της Μασαχουσέτης παρακολούθησαν για ένα χρόνο 159 ασθενείς με στόχο να ερευνήσουν τη σχέση ανάμεσα στα επίπεδα πίστης ενός ασθενούς, τις προσδοκίες του από τη θεραπεία και τα πραγματικά αποτελέσματά της.
Οι γιατροί κατέγραψαν τα επίπεδα κατάθλιψης, ευεξίας, και αυτοτραυματισμού των ασθενών στην αρχή και στο τέλος του θεραπευτικού προγράμματος. Κι όπως φάνηκε τελικά από τη μελέτη των ευρημάτων της έρευνας, οι ασθενείς που είχαν «καθόλου» ή μόνο «ελάχιστη» πίστη στον Θεό ήταν δύο φορές πιο πιθανόν να μην ανταποκριθούν στη θεραπεία, σε σύγκριση με τους ασθενείς που είχαν υψηλότερα επίπεδα πίστης.
Ένας τρόπος, με τον οποίο πολλοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα θαύματα χωρίς να «υποχρεωθούν» να πιστέψουν ότι υπάρχει Θεός είναι η ιδέα ότι «μέσα στον άνθρωπο» κρύβονται τεράστιες «δυνάμεις», που, όταν «πιστεύει» ή «θέλει» κάτι πάρα πολύ, ενεργοποιούνται και το πραγματοποιούν. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Δεν υπάρχουν «μαγικά κόλπα» ούτε εσωτερικοί μηχανισμοί αυτοίασης.
Ο πιστός άνθρωπος «δεν ξέρει» ότι διαθέτει τέτοιες δυνάμεις, απλώς έχει εμπιστοσύνη στο Θεό ή στον εαυτό του, αλλά αυτή η εμπιστοσύνη ενεργοποιεί «αυτόματα» τις δυνάμεις του.
Φυσικά δεν θεραπεύονται όλοι οι άνθρωποι που «πιστεύουν» ότι θα θεραπευτούν ενώ όπως αναφέραμε πολλές φορές συμβαίνουν θαύματα σε ανθρώπους που δεν πιστεύουν ή που δεν ξέρουν ότι κάποιος προσεύχεται γι’ αυτούς.
Η πίστη σώζει επειδή ο Χριστός θέλει
Όσοι πιστεύουν ότι η Πίστη σώζει – η πίστη σε οτιδήποτε, σε μια ιδέα, μια ιδεολογία, έναν έρωτα, έναν άνθρωπο, μια φιλοσοφική θεωρία, επιστρατεύουν το επιχείρημα από την Καινή Διαθήκη: ότι ο Ιησούς, σε αρκετές περιπτώσεις, είπε στους ανθρώπους που θεράπευσε: «Η πίστη σου σε έσωσε» (Ματθ. 9, 22, Μάρκ. 10, 52) ή κάτι παραπλήσιο (π.χ. Ματθ. 8, 10. 15, 28). «Να λοιπόν», λένε, «η πίστη έκανε το θαύμα, όχι ο Θεός. Το είπε και ο Ιησούς, που ήταν ένας μεγάλος, σοφός και ειλικρινής διδάσκαλος».
Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις, στις οποίες ο Κύριος αναφέρεται συγκεκριμένα σ’ αυτό που χρειαζόταν να πιστέψουν οι άνθρωποι, για να σωθούν από τα προβλήματα υγείας τους: «πιστεύεις στον Υιό του Θεού;» (Ιωάν. 9, 35-38) και «πιστεύεις ότι μπορώ να το κάνω αυτό;» (Ματθ. 9, 28).
Κατά τον Ιησού λοιπόν δεν είναι «κάθε πίστη» που σώζει ή θεραπεύει τον άνθρωπο, αλλά η συγκεκριμένη πίστη στον Ίδιο ως Υιό του Θεού και γιατρό των ψυχών και των σωμάτων.
Σημειωτέον δε ότι σε περιπτώσεις όπως του Ρωμαίου εκατόνταρχου (Ματθ. η, 5-13), του παραλυτικού της Καπερναούμ (Ματθ. 9, 1-8) και της Χαναναίας (15, 21-28), η πίστη κάποιων έγινε αφορμή να θεραπεύσει ο Ιησούς κάποιον άλλο.
Προφανώς ο Ρωμαίος εκατόνταρχος ή η Χαναναία δεν ήξεραν ακριβώς «ποιος ήταν ο Ιησούς», όμως σίγουρα δεν θα είχαν τα ίδια αποτελέσματα αν «πίστευαν» ότι θα θεραπεύσουν τους δικούς τους οι θεοί των πολυθεϊστικών θρησκειών τους. Ο Θεός που τέλεσε το θαύμα γι’ αυτούς είναι ο Θεός, για τον Οποίο μιλούσε ο Ιησούς. Ο Ιησούς δεν απαίτησε απ’ αυτούς να γίνουν μαθητές Του ούτε να «διορθώσουν την πίστη τους», αποδέχτηκε την πίστη τους, όμως Εκείνος θεράπευσε τους δικούς τους, όχι οι θεοί του ρωμαϊκού ή του χαναανικού πάνθεου. Αυτό οφείλεται –κατ’ εμάς τους χριστιανούς– στο ότι ο Θεός είναι Θεός όλων των ανθρώπων και ευεργετεί κάθε πλάσμα Του, είτε Τον γνωρίζει είτε όχι.
Γιατί λοιπόν χρειάζεται η πίστη;
Η πίστη χρειάζεται για να ανοίξει η καρδιά του ανθρώπου και να γίνει δεκτική στη χάρη του Θεού.
Υπάρχουν άνθρωποι με αθωότητα μικρού παιδιού (Λουκ. 18, 15-17), με «αφελότητα καρδίας» (Πράξεις των αποστόλων 2, 46) και φυσικά με ταπείνωση. Είναι εκείνοι που «σέβονται το Θεό χωρίς να Τον γνωρίζουν» (Πράξ. 17, 23) και πράττουν το θέλημά Του χωρίς να έχουν διαβάσει το ευαγγέλιο, επειδή λειτουργεί υγιώς στην ψυχή τους ο παγκόσμιος νόμος της συνείδησης, που έχει τεθεί φυσικά από το Θεό (βλ. προς Ρωμαίους 2, 14-15).
Αν λοιπόν δεχτούμε ότι ο Ιησούς είπε την αλήθεια, τότε θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν δίδασκε τους ανθρώπους «αυτοθεραπεία διά της πίστως» και ότι το θαύμα το τέλεσε Εκείνος και όχι «η πίστη» του ασθενούς από «μόνη της». Ο Ιησούς δεν ήταν «θεραπευτής» οποιουδήποτε είδους, αλλά το έργο Του ήταν η θεραπεία της κατεξοχήν ανθρώπινης τραγωδίας, της απομάκρυνσης από το Θεό, που συνεπάγεται το θάνατο.
Η πίστη «μετακινεί βουνά»
Στο κατά Ματθαίο 17, 20, και 21, 21, ο Κύριος λέει στους μαθητές Του ότι, αν έχουν έστω και λίγη πίστη, «ως κόκκον σινάπεως» (σαν το σπόρο του σιναπιού, που είναι πολύ μικρός), μπορούν να διατάξουν ένα βουνό να σηκωθεί και να πέσει στη θάλασσα, κι εκείνο θα υπακούσει.
Δεν εννοεί να «πιστεύουμε» ότι θα… μιλήσουμε στο βουνό ή ότι θα το μετακινήσουμε, αλλά να πιστεύουμε ότι ο Θεός θα το μετακινήσει για χάρη της παράκλησής μας προς Αυτόν. Αλλιώς δεν έχουν νόημα λόγια του Ιησού όπως: «εάν τι αιτήσητε εν τω ονόματί μου, εγώ ποιήσω» (Ιω. 14, 13-14), «ό,τι αν αιτήσητε τον Πατέρα εν τω ονόματί μου, δω υμίν» (Ιω. 15), δηλαδή «αν ζητήσετε κάτι στο όνομά μου, εγώ θα το κάνω» ή «ό,τι και αν ζητήσετε από τον Θεό τον Πατέρα στο όνομά μου, θα σας το δώσω».