Άγιος γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης: σεμνός, ταπεινός και θαυματουργός σε όλη του τη ζωή
Λίγα λόγια για τη ζωή του
Ο Πορφύριος είναι από τους σημαντικότερους σύγχρονους Αγίους. Γεννήθηκε σε μια πολύ φτωχή οικογένεια, στις 7 Φεβρουαρίου 1906, στην Εύβοια. Ο πατέρας μετανάστευσε στην Αμερική και ο ίδιος, από την ηλικία των 7 ετών έφυγε από τον τόπο του για να εργαστεί στη Χαλκίδα και στη συνέχεια στον Πειραιά. Αν και παρακολούθησε μόνο την πρώτη τάξη του Δημοτικού σχολείου, είχε διαβάσει για το βίο του Άγιου Ιωάννη του Καλυβίτη, του οποίου τη ζωή θέλησε να μιμηθεί. Στα 12 του χρόνια πήγε στον Άγιο Όρος στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος και του Ιωαννικίου. Στα 14 του χρόνια έγινε μοναχός και λίγο αργότερα ο Θεός του χάρισε τη διόραση. Στα 26 του χρόνια χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης, ο οποίος του έδωσε και το όνομα Πορφύριος. Έζησε τη ζωή του ενάρετος και βαθιά φιλοσοφημένος και άφησε τα επίγεια το 1991 στο Άγιο Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, σύμφωνα με τη θέλησή του.
Η θητεία του στα Καυσοκαλύβια
Μικρός καθώς ήταν, 13-14 ετών, βρήκε τον τρόπο και έφυγε για το Άγιον Όρος. Εκεί εγκαταστάθηκε στα Καυσοκαλύβια και έγινε υποτακτικός σε ένα κελί, όπου έμαθε την καλογερική, την «άκρα» και «χαρούμενη» όπως έλεγε, υπακοή, την καθαρή αγάπη του Θεού και δέχθηκε – άδολο και αγνό παιδί όπως ήταν- το διορατικό χάρισμα. Όμως αρρώστησε άσχημα, και ο Θεός έδειξε ότι ήθελε να τον «μεταθέσει» στον κόσμο, για να μπορέσει να φωτίσει τους ανθρώπους με τη χάρη που είχε, να τους εμπνεύσει, να τους παρηγορήσει, να τους καθοδηγήσει. Έτσι, γύρισε στην πατρίδα του την Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στο Μοναστήρι του Αγ. Χαραλάμπους στο Αυλωνάρι. Εκεί θεραπεύθηκε. Σε ηλικία 20 ετών συναντήθηκε με τον Αρχιεπίσκοπο του Σινά Πορφύριο, ο οποίος θαύμασε για τα ουράνια χαρίσματα του νέου Μοναχού και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο, δίνοντάς του το όνομά του: Πορφύριος.
Ζώντας ταπεινά… αποδημώντας στην αφάνεια
Όταν η Ι. Μονή του Αγίου Χαραλάμπους έγινε γυναικεία, εγκαταστάθηκε στην Ι. Μ. Αγ. Νικολάου Βάθειας Ευβοίας. Το 1940 ήρθε στην Αθήνα, όπου διορίσθηκε εφημέριος στον Ιερό Ναό του Αγίου Γερασίμου, στην Πολυκλινική, κοντά στην Ομόνοια. Εκεί υπηρέτησε 33 χρόνια το Θεό και τους ανθρώπους, ζώντας στην ταπεινή αφάνεια και μεγαλουργώντας για τη δόξα του Θεού. Βοήθησε χιλιάδες ανθρώπους να βρουν την ειρήνη του Θεού. Ακόμη και τους γιατρούς βοηθούσε με τις χαρισματικές του διαγνώσεις, και πολλούς ασθενείς θεράπευε με τη χάρη του Θεού
Όταν πήρε τη σύνταξή του από τον Άγιο Γεράσιμο, έζησε μερικά χρόνια στον Άγιο Νικόλαο Καλισσίων Πεντέλης και τελικά κατέληξε στο Μήλεσι της Μαλακάσας, όπου έζησε το ίδιο ταπεινά, παλεύοντας με τις αρρώστιες του, που του χαρίσθηκαν από την αγάπη του Θεού. Ο τόπος εκείνος έγινε αληθινό προσκύνημα. Επεδίωκε ο Γέροντας την αφάνεια, και ο Θεός τον δόξαζε. «Ο κόσμος -θα γράψει αργότερα- με πήρε από καλό και όλοι φωνάζουνε ότι είμαι άγιος. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου…και παρακαλώ όσοι με έχετε γνωρίσει να κάνετε προσευχή για μένα».
Ο Γέροντας πέθανε ταπεινά στο κελί του, στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, στις 2 Δεκεμβρίου 1991. Είχε την εσωτερική πληροφορία ότι το τέλος ήταν «εγγύς» και ήθελε να πεθάνει ταπεινά, μακριά από τον κόσμο, μέσα στη γαλήνη του Θεού. Κανείς δεν πληροφορήθηκε το θάνατό Του, παρά μόνο οι κελιώτες των Καυσοκαλυβίων. Η κηδεία Του έγινε ταπεινή, απέριττη, καλογερική, μέσα στο ειρηνικό και σεπτό περιβόλι της Παναγίας.
Η πνευματική Διαθήκη του Γέροντα Πορφυρίου
«Αγαπητά πνευματικά μου παιδιά,
Τώρα που ακόμη έχω τας φρένας μου σώας, θέλω να σας πω μερικές συμβουλές. Από μικρό παιδί όλο στις αμαρτίες ήμουνα. Και όταν με έστελνε η μητέρα μου να φυλάξω τα ζώα στο βουνό, γιατί ο πατέρας μου, επειδή ήμασταν πτωχοί, είχε πάει στη διώρυγα του Παναμά, για εμάς τα παιδιά του, εκεί που έβοσκα τα ζώα, συλλαβιστά διάβαζα το βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου και πάρα πολύ αγάπησα τον Άγιο Ιωάννη και έκανα πάρα πολλές προσευχές, σαν μικρό παιδί που ήμουνα 12-15 χρόνων, δεν θυμάμαι ακριβώς καλά. Και θέλοντας να τον μιμηθώ, με πολύ αγώνα, έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάχθηκα σε δύο Γέροντες αυταδέλφους, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο. Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι' αυτό, με την ευχή τους, τους έκανα άκρα υπακοή. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς το Θεό και πέρασα πάρα πολύ καλά. Αλλά, κατά παραχώρηση Θεού, για τις αμαρτίες μου, αρρώστησα πολύ και οι Γέροντές μου μου είπαν να πάω στους γονείς μου στο χωριό μου εις τον Άγιο Ιωάννην Ευβοίας.
Και ενώ από μικρό παιδί είχα κάνει πολλές αμαρτίες, όταν ξαναπήγα στον κόσμο, συνέχισα τις αμαρτίες, οι οποίες μέχρι σήμερα έγιναν πάρα πολλές. Ο κόσμος όμως με πήραν από καλό και όλοι φωνάζουνε ότι είμαι άγιος. Εγώ όμως αισθάνομαι ότι είμαι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου. Όσα ενθυμόμουνα βεβαίως τα εξομολογήθηκα και γνωρίζω ότι γι' αυτά που εξομολογήθηκα με συγχώρησε ο Θεός, αλλά όμως τώρα έχω ένα συναίσθημα ότι και τα πνευματικά μου αμαρτήματα είναι πάρα πολλά και παρακαλώ όσοι με έχετε γνωρίσει να κάνετε προσευχή για μένα, διότι και εγώ, όταν ζούσα, πολύ ταπεινά έκανα προσευχή για σας. Αλλά όμως, τώρα που θα πάω για τον ουρανό, έχω το συναίσθημα ότι ο Θεός θα μου πει: Τι θέλεις εσύ εδώ; Εγώ ένα έχω να του πω: Δεν είμαι άξιος, Κύριε, για εδώ, αλλά ό,τι θέλει η αγάπη σου ας κάμει για μένα. Από εκεί και πέρα, δεν ξέρω τι θα γίνει. Επιθυμώ όμως να ενεργήσει η αγάπη του Θεού.
Και πάντα εύχομαι τα πνευματικά μου παιδιά να αγαπήσουν το Θεό, που είναι το παν, για να μας αξιώσει να μπούμε στην επίγειο άκτιστη Εκκλησία του. Γιατί από εδώ πρέπει να αρχίσουμε. Εγώ πάντα είχα την προσπάθεια να προσεύχομαι και να διαβάζω τους ύμνους της Εκκλησίας, την Αγία Γραφή και τους βίους των Αγίων μας και εύχομαι και εσείς να κάνετε το ίδιο. Εγώ προσπάθησα με τη χάρη του Θεού να πλησιάσω τον Θεό και εύχομαι και σεις να κάνετε το ίδιο.
Παρακαλώ όλους σας να με συγχωρέσετε για ό,τι σας στενοχώρησα.
Ιερομόναχος Πορφύριος
Εν Καυσοκαλυβίοις, 17 Ιουνίου 1991»